Ο Τάκης Κατσουλίδης μάς γνωρίζει τα μυστικά της τυπογραφικής τέχνης



Ο γραφίστας λειτουργεί σαν σεισμογράφος της κοινωνίας

Συνέντευξη στον Σπύρο Γιανναρά 



Η τυπογραφία είναι ένα τεχνολογικό επίτευγμα που δεν υπηρετεί απλώς την ανάγνωση, αλλά κατά κύριο λόγο την αναγνωσιμότητα. Υπ’ αυτή την έννοια μπορεί να πει κανείς ότι ο σχεδιαστής ελληνικών γραμματοσειρών Τάκης Κατσουλίδης πάλεψε να «μας ανοίξει τα μάτια». Αναγνωρίζοντας την καίρια συνεισφορά του στην τυπογραφία, το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει στην οδό Πειραιώς 138 από τις 24 Σεπτεμβρίου (2010) και για ένα μήνα την εξέλιξη αυτής της τέχνης μέσα από την προσωπική πορεία ενός πρωτοπόρου σχεδιαστή. Μαθητής του Γιάννη Κεφαλληνού και του μεγάλου Ελβετού σχεδιαστή γραμμάτων Αντριαν Φρούτιγκερ, ο Κατσουλίδης σχεδίασε και ανασχεδίασε δέκα γραμματοσειρές, προτείνοντας λύσεις σε χρόνια προβλήματα που ταλάνιζαν την ελληνική τυπογραφία. Ο επί χρόνια δάσκαλος των Σχολών Δοξιάδη και των ΤΕΙ μίλησε για την προσωπική του πορεία στον χώρο και τα μυστικά της τυπογραφικής τέχνης. 


– Θέλω να σας ρωτήσω για έναν δάσκαλό σας που είναι λιγότερο γνωστός από τον Κεφαλληνό. Πόσο σας επηρέασε ο Φρούτιγκερ;

– Τον Φρούτιγκερ τον είχα καθηγητή στην 
Ecole Estienne στο Παρίσι όπου σπούδασα δύο χρόνια. Ήταν θεωρητικά μαθήματα, κάναμε βέβαια και αφίσες, σχεδιάσαμε γράμματα... Εκεί συνειδητοποίησα, καθώς ο Φρούτιγκερ έδινε παραδείγματα για τα ξένα γράμματα, τις ελλείψεις του ελληνικού αλφαβήτου. Όταν τελείωσα τη γραμματοσειρά «Κατσουλίδης» και τα «Απολλώνια», πήγα στο Παρίσι και του τις έδειξα. Επιστρέφοντας το 1987 πήγα στο Εθνικό Τυπογραφείο και τους ρώτησα. Θέλετε να δείτε τα γράμματα που έχω σχεδιάσει μια και η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τυπώνεται με γράμματα του 1860; Όχι, μου λέει ο τότε διευθυντής, δεν με ενδιαφέρουν τα γράμματα, αλλά να βγαίνει η Εφημερίδα στην ώρα της. Οπότε τα πούλησα στην Agfa που τα έβαλε στη φωτοσύνθεση. Όμως, έξι μήνες μετά αυτή σταμάτησε, γιατί βγήκαν τα κομπιούτερ. Την Agfa δεν την ενδιέφερε να τα περάσει στο κομπιούτερ. Τα πέρασα το ’92-93 κι αρχίσανε να κυκλοφορούν.

Πεζά από κεφαλαία

– Πώς κρίνετε τη σημερινή τάση να χρησιμοποιούμε «s» αγγλικό αντί για «ς» τελικά ή «x» αντί για «χ» ελληνικό;


– Υπάρχουν γράμματα που ξεκίνησαν κι έγιναν πεζά από κεφαλαία και υπάρχουν γράμματα που δεν έγιναν πεζά τελικά, κράτησαν τον χαρακτήρα τους. Το «χ» ας πούμε, δεν έχει γίνει πεζό. Έτσι είναι και στο κεφαλαίο και στο πεζό. Δεν εξελίχθηκε. Πολλοί το βάζουν για ευκολία μέσα στη διαγράμμιση, το κάνουν σαν λατινικό επειδή είναι πιο δύσκολο να το κατεβάσεις κάτω. Αν όμως το δεις πλάι σε ένα «κ» πρέπει να προσέξεις πολύ για να διαβάσεις «χ» κι όχι «κ». Ενώ αν το κατεβάσεις κάτω, ξεχωρίζει. Το «ς» το τελικό μπαίνει και αυτό μέσα στη διαγράμμιση. Έχουμε τέτοια «ς» στα χειρόγραφα. Το κατέβασαν όμως κάτω οι πρώτοι τυπογράφοι και το πήραν όλοι στη σειρά και το αντέγραφαν. Και έτσι π.χ. στο «της» το «ς» που είναι τελευταίο, μπατάρει προς τα δεξιά. Εγώ το έβαλα μέσα. Σε ορισμένες όμως περιπτώσεις όπως στα «Bodoni» ή τα «Didot» που θέλω να κρατήσω τον χαρακτήρα τον παλιό το κατεβάζω κι απλώς το διορθώνω, ισορροπώ καλύτερα το βάρος του.




– Η επιλογή των πεζών στα ελληνικά έγινε λίγο πολύ με αυθαίρετο τρόπο;

– Βέβαια, δεν επιλέξαμε τα καλύτερα πεζά για να τα περάσουμε στο μέταλλο. Η τυπογραφία επειδή γεννήθηκε στους χρόνους που η Ελλάδα καταργήθηκε όπως και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία με την πτώση της Κωνσταντινούπολης, δεν ξεκίνησε σωστά. Ο Αλδος Μανούτιος πήρε και αντέγραψε στο μέταλλο γράμματα των συγχρόνων του Ελλήνων ή ξένων καλλιγράφων. Δεν ήταν όμως τα καλύτερα δυνατά. Θα μπορούσε να πάρει καταπληκτικά γράμματα από τους Κώδικες του Αγίου Ορούς του 12ου αιώνα. Να τα στυλιζάρει, να τα περάσει στο μέταλλο και να έχουμε μια ωραία τυπογραφία. Δεν ξεκίνησε όμως σωστά. Γι’ αυτό και δεν εξελίχθηκε, δεν εξαπλώθηκε εύκολα η ελληνική τυπογραφία σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά μόνο σε Βενετία και Παρίσι.

Η τεχνολογία

– Η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογία βοήθησε ή έπληξε τη ζωγραφική των γραμματοσειρών;


– Εγώ νομίζω ότι μέχρι ενός σημείου, όταν χρησιμοποιούμε την τεχνολογία σωστά ωφελεί. Γιατί μας επιτρέπει να κάνουμε πράγματα που δεν μπορούσαμε να κάνουμε στο μέταλλο. Το ερώτημα όμως είναι, την χρησιμοποιούμε σωστά; Ή την παίρνουν ανίδεοι άνθρωποι και κάνουν πιο άσχημα γράμματα; Είναι δίκοπο μαχαίρι. Γι’ αυτό και κυκλοφορούν πάρα πολλά άσχημα πράγματα, τα οποία με το μέταλλο δεν ήταν δυνατόν να κυκλοφορήσουν. Γίνονται όμως και συνδυασμοί που δεν γίνονταν πριν και αν τους κάνει ένας καλός γραφίστας μπορεί να βγει μια σελίδα πολύ ωραία.

– Ποιος είναι ο καλός γραφίστας; Αρκούν οι τεχνικές γνώσεις;

– Για μένα ο γραφίστας λειτουργεί σαν σεισμογράφος της κοινωνίας. Πρέπει όμως να έχει ευρύτερη μόρφωση. Όχι απλώς να ξέρει να αντιμετωπίζει αισθητικά προβλήματα για να φτιάξει μια αφίσα ή ένα έντυπο. Δεν είναι ένα επάγγελμα που το μαθαίνεις κι ύστερα φοράς παρωπίδες και το κάνεις. Πρέπει να παρακολουθείς τι γίνεται ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά...

Δ. Αρβανίτης: «Μας έδωσε πρώτη ύλη»

«Ο Κατσουλίδης με όλο του το έργο είναι ένα πολιτισμικό αγαθό», μας λέει ο γνωστός γραφίστας Δημήτρης Αρβανίτης, επιμελητής της έκθεσης. «Είναι πάρα πολύ σημαντική η παρουσία του. Γιατί είναι μαθητής ενός πολύ μεγάλου δασκάλου, του Κεφαλληνού, και γιατί ήταν δάσκαλος πάρα πολλών νέων σχεδιαστών 25 τόσα χρόνια».

– Ποιο είναι το σκεπτικό της έκθεσης; Τι θέλατε να δείξετε με αυτή;

– Θέλαμε να δείξουμε με αφορμή τις πολλές επανεκδόσεις του ομώνυμου βιβλίου τι λέμε «σχέδιο του γράμματος». Θελήσαμε να κάνουμε μια έκθεση γλαφυρή, που να μιλάει στον κόσμο. Να μην είναι ένα μαυρόασπρο πράγμα φιλολογικού μόνο ενδιαφέροντος. Γι’ αυτό είναι λίγο ποπ. Πήραμε ένα β ή ένα ζ πεζό και τα κάναμε πόστερ. Ή μεγεθυμένα παραδείγματα από τις δέκα γραμματοσειρές του σε διαστάσεις 70Χ100, με πολλά χρώματα κ.λπ. Θέλαμε να καταθέσουμε ότι μέσα σε όλο τον ορυμαγδό της εικονορύπανσης υπάρχουν και εξαιρέσεις απ’ όπου μπορούμε να πιαστούμε.

– Οι γραμματοσειρές που σχεδίασε ο ίδιος άλλαξαν κάτι στον χώρο της τυπογραφίας;

– Μας έδωσε πρώτη ύλη ο Κατσουλίδης. Δεν υπήρχε τίποτα. Ήταν τόσο κακοσχεδιασμένες αυτές οι προσαρμογές που είχαν κάνει από ξένες γραμματοσειρές, γεμάτα ανάποδα «y» για «λ», «ο» κομμένα και ενωμένα για «ω», «s» τελικό αντί για «ς», πάρα πολλά τέτοια. Ο Κατσουλίδης κατέθεσε γραμματοσειρές που στηρίζονται απολύτως επάνω στο ελληνικό αλφάβητο. Οι δύο επίσημες και καλές γραμματοσειρές πριν από τις δικές του ήταν τα Helvetica που είχε σχεδιάσει ο Μάθιου Κάρτερ και τα Times. Υπήρχαν και τα Didot, που επανασχεδίασε ο Κατσουλίδης. Στην ουσία λοιπόν μας είπε: «Παιδιά, πάρτε!» 


Δημοσίευση : 10-10-2010  

Πηγή

Σχόλια